Ένα βράδυ στην Καμάρα

Ήσυχο βράδυ στο ταβερνάκι (ζυθεστιατόριον, για την ακρίβεια) με τα τραπεζάκια έξω. Από τη μία πλευρά τα όμορφα παλιά σπίτια, που δεν υπάρχουν πια, και από την άλλη η Καμάρα. Η πελατεία αμιγώς αντρική.


Η φωτογραφία από το βιβλίο των Παύλου Ανδρεάδη και Άγγελου Καλογερόπουλου Η πόλη μας – Κείμενα και φωτογραφίες από τη Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Μακεδονική Εταιρεία, 1978, και αναρτήθηκε από την ομάδα έρευνας του fb Θεσσαλονίκη χαμένη πόλη

Τα κόλπα του θείου Βαγγέλη και το σωστό τσάι

Σας έχω μιλήσει (ΕΔΩ) για τον θείο Βαγγέλη, τον συνθέτη Λυκιαρδόπουλο.

Όταν οι γιατροί τον υποχρέωσαν να κόψει το κάπνισμα, ο Βαγγέλης, που κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, πέρασε πολύ δύσκολα και κατέφευγε σε διάφορα κόλπα για να τραβάει μία δυο τζούρες στα μουλωχτά. Το πιο απλό και αποτελεσματικό κόλπο του ήταν ότι άναβε ένα τσιγάρο, τράβαγε μια δυο απολαυστικές ρουφηξιές και ύστερα το έδινε στη σύζυγό του, ως ένδειξη τρυφερότητας. Αποτέλεσμα: η θεία έφτασε να καπνίζει τα τετραπλάσια τσιγάρα απ’ το συνηθισμένο, μέχρι που την ειδοποιήσαμε και του έβαλε φρένο.
Όταν για λόγους υγείας υποχρεώθηκε να κάνει κράτει στο φαγητό, ο (μα, πόσο πανούργος!) θείος Βαγγέλης ανέσυρε επιδέξια την κοινωνικά ξεχασμένη συνήθεια των τσαγιών. Ξαφνικά οι προσκλήσεις των Λυκιαρδοπουλαίων για τσάι άρχισαν να πέφτουν βροχή.

Τον θείο δεν τον ενδιέφερε καθόλου το τσάι· έπινε ένα φλιτζάνι και μετά το γύρναγε στο ουίσκι, που κάνει καλό στην καρδιά. Τον ενδιέφεραν οι πλούσιες πιατέλες με τα αλμυρά και τα γλυκά. Κρυμμένος ανάμεσα στους καλεσμένους και πουλώντας τη σχετική ομίχλη, ο θείος Βαγγέλης καταβρόχθιζε απαγορευμένες ποσότητες. Αιωνία του η μνήμη!
Το τσάι φτιαχνόταν στην κουζίνα και ερχόταν έτοιμο για σερβίρισμα, μέσα σε μεγάλες τσαγιέρες. Φακελάκια, φύσημα του τσαγιού για να κρυώσει και μπισκότα να κολυμπάνε στο φλιτζάνι δεν ήταν αποδεκτά. Με άλλα λόγια, παρ’ όλο που ήταν πρόφαση για μάσες και παρ’ όλο που οι καλεσμένοι ήταν μερικοί αγαπημένοι συγγενείς και φίλοι, το τσάι ήταν πολύ καθώς πρέπει.
Θυμήθηκα αυτά και αναζήτησα ένα απόσπασμα της Ελένης Χαλκούση, που θα φανεί πολύ χρήσιμο σε όσους αγαπάνε το τσάι, αλλά όχι σε φακελάκι.

Διαβάστε τη συνέχεια

Οι μικρές απολαύσεις της Μαρίας Κάλλας

Μαρία Κάλλας.jpg

Στη δικηγορία μαθαίνεις ότι οι ποινικές δίκες κινδυνεύουν κυρίως από τους μάρτυρες υπεράσπισης. Στη ζωή μαθαίνεις ότι υπάρχουν άνθρωποι που είναι προτιμότερο να σε κατηγορήσουν, παρά να σε συστήσουν – καλύτερα να μην πουν τίποτα. Στην Ελλάδα μαθαίνεις ότι το να σε τιμήσουν δεν έχει πάντα θετικό πρόσημο – καλύτερα να μην κάνουν τίποτα.
Το απαστράπτον άγαλμα προς τιμήν της Μαρίας Κάλλας, για τα 100 χρόνια από τη γέννησή της, που αποκαλύφθηκε την Παρασκευή 8 Οκτωβρίου, στον ελαιώνα του Πικιώνη, απέναντι από την είσοδο του Ωδείου του Ηρώδου του Αττικού, δεν έχει καμία σχέση με τη λάμψη της αξέχαστης ντίβας ούτε καμία ομοιότητα. Δεν είναι καθόλου λίγοι αυτοί που δήλωσαν σε ποικίλους τόνους πόσο πολύ δεν τους αρέσει.
Ας μη βάλω καμία φωτογραφία του. Κυκλοφορούν πολλές στο διαδίκτυο και θα το έχετε δει. Προτιμώ να διαλύσω τις δυσάρεστες εντυπώσεις με μία πανέμορφη φωτογραφία της Μαρίας Κάλλας σε κάποια στιγμή απόλαυσης.
Αν προτιμάτε ένα νόστιμο φαγητό, δοκιμάστε ένα πιάτο που απολάμβανε ιδιαίτερα η Μαρία Κάλλας και να το μαγειρεύει και να το τρώει.

Τα ταλιολίνι ογκρατέν ήταν μία από τις μικρές απολαύσεις της – πραγματικά μικρή, γιατί είχε την αυτοπειθαρχία να τρώει μόνον δυο-τρεις πιρουνιές.
Θα βρείτε τη συνταγή ΕΔΩ, στο τέλος ενός άρθρου για τη σχέση της ντίβας με την κουζίνα.

H EMFI της γειτονιάς. Αντίο ΕΒΓΑ!

ΕΒΓΑ1940
1940

Έχει κι άλλο

Γλύκα και δροσιά

Δροσερές, καλοκαιρινές γεύσεις: λεμόνι, πορτοκάλι, τσέρι, κοκτέιλ. Κι όταν πέσει το θερμόμετρο, γεύσεις ούζο και κανέλα.

Τι ρετσίνα κεχριμπάρι, ταβερνιάρη, ταβερνιάρη!

Το κρασί ήταν το νούμερο ένα κριτήριο της παλιάς ταβέρνας. Μερικοί ταβερνιάρηδες είχαν δικά τους αμπέλια και ο κράσος τους ήταν περιζήτητος. Άλλοι φέρνανε ξανθή ρετσίνα από τα Μεσόγεια και το Μενίδι. Το αγνό κρασί ήταν πόλος έλξης δυνατότερος κι από τον νοστιμότερο μεζέ. Οι κρασοπατέρες δεν πήγαιναν στην ταβέρνα για να φάνε, αλλά για να πιούν. Ένα στουμπιστό κρεμμύδι και μερικές θρούμπες ήταν για κείνους το εκλεκτό έδεσμα, που συνόδευε το κατοστάρι, το καρτούτσο, τη μισή. Εννοείται πως το κρασί πινόταν ανέρωτο και όσοι έκοβαν τη ρετσίνα με Σάριζα, περιφρονούνταν ως σαχλέ ολέδες και μπεκρήδες του γλυκού νερού.
Ο κρασοπατέρας συνήθως έπινε βερεσέ και ο ταβερνιάρης έγραφε τα βερεσέδια πάνω σε πλάκα με κιμωλία. Όταν ο κρασοπατέρας εξοφλούσε, ο ταβερνιάρης έσβηνε με το σφουγγάρι το χρέος.
Βρε Λινάρδο, ταβερνιάρη,
γράφ’ τα κάτω απ’ το σφουγγάρι.
λέει κάποιος πότης στον ταβερνιάρη, ζητώντας του, με άλλα λόγια, να μην γράψει το χρέος.

Διαβάστε τη συνέχεια

Στην ταβέρνα

%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%ce%b3%ce%b9%cf%89%cf%84%cf%8c%cf%80%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%bf%cf%82-%ce%b2%ce%ac%cf%81%ce%bd%ce%b1%ce%bb%ce%b7%cf%82-%cf%84%cf%83%ce%af%cf%81%ce%ba%ce%b1%cf%82-1955

Ο Μ.Μ. Παναϊωάννου, ο Κώστας Βάρναλης και ο Στρατής Τσίρκας τρώνε, πίνουν και καπνίζουν σε ταβέρνα της Αθήνας το 1955.

Μπατιρόσπορος

Μπατιρόσπορος.jpg

Ραντεβουδάκι στο πάρκο. Εκείνος της αγοράζει σπόρια σε χάρτινο χωνάκι. Ύστερα παγκάκι και τσακ, τσακ, φτου. Μπατιριλίκι!
Τελικά ποιος είναι ο μπατιρόσπορος; Ο πασατέμπος ή ο λιόσπορος;

%ce%bc%cf%80%ce%b1%cf%84%ce%b9%cf%81%cf%8c%cf%83%cf%80%ce%bf%cf%81%ce%bf%cf%82-2
Η Τίνα Γαϊτάνου και ο Βαγγέλης Πλοιός σε σκηνές από την ταινία Το κορίτσι της αμαρτίας , 1958.

Τούρκικος καφές, καϊμακλής και μερακλίδικος

Το κείμενο έχει 111+1 λέξεις τούρκικης προέλευσης που χρησιμοποιούμε συχνά. Μπορείτε να τις εντοπίσετε;


Η πρώτη μέρα των διακοπών μας άρχισε περίεργα. Τη Ματίνα την κυνηγούσαν απ’ το γραφείο και πήγε σ’ ένα ίντερνετ καφέ για να της εκτυπώσουν κάτι μέιλ. Εγώ με τον Μήτσο και τον Λεφτέρη μπήκαμε στο καφεζαχαροπλαστείο «Το μελτεμάκι». Πιάσαμε τραπέζι κοντά στο τζαμωτό για να βλέπουμε έξω. Είχε συννεφιάσει και ο ουρανός ήταν μαβής. Σε λίγο άρχισε να ρίχνει με το τουλούμι.

περιμένουν.jpg

Συνεχίστε το διάβασμα