Τα δάκρυα του Κοκού και αυτά που δεν πρέπει να ξεχνάμε

Βασιλευομένη ίσον δικτατορία

Να μην ξεχνάμε τον μπαμπά του Κοκού, που έβαζε μια υπογραφή κι έστελνε κόσμο και κοσμάκη στην εξορία και στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ούτε την προτομή του ρατσιστή Γιαν Σματς που έστησε στη Βουλή. Να μην ξεχνάμε τη «βασίλισσα μητέρα» του, τις σκευωρίες και το παρακράτος. Ούτε εκείνη την προκλητική κρουαζιέρα-υπερπαραγωγή, στην οποία προσκλήθηκαν όλα τα γαλαζοαίματα σόγια της Ευρώπης, για να κάνουν κονέ τα πριγκιπόπουλα εις ηλικίαν γάμου, και που πληρώθηκε από το υστέρημα ενός λαού που δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του. Να μην ξεχνάμε την προίκα της αδερφής του της Σοφίας και πόσα δώσαμε για τα… όργανα. Να μην ξεχνάμε την αργομισθία που κόψανε στον Κοκό για τα όμορφά του μάτια ούτε τον γάμο του με την Άννα Μαρία, τις χρυσοποίκιλτες άμαξες και τις εξωφρενικές πολυτέλειες, που επίσης πληρώθηκαν από το ίδιο υστέρημα. Να μην ξεχνάμε ούτε και το επίδομα που δόθηκε στη «βασίλισσα μητέρα», όταν χήρεψε. Να μην ξεχνάμε τα πραξικοπήματα του Κοκού και τη χούντα που κάθισε στον σβέρκο μας εφτά χρόνια. Να μην ξεχνάμε τα κοντέινερ που έφυγαν νύχτα από το Τατόι γεμάτα με πράγματα που ανήκαν στον ελληνικό λαό ούτε την τεράστια αποζημίωση που έλαβε ο Κοκός επί ΠΑΣΟΚ –πάλι από την τσέπη του ελληνικού λαού.

%ce%b3%ce%b9%ce%b1%ce%bd-%cf%83%ce%bc%ce%b1%cf%84%cf%82-%ce%b4%cf%8e%cf%81%ce%b1-1948
1948

Ξέρεις, Κοκέ, πόσα δάκρυα πόνου και απελπισίας χύθηκαν από τότε που έπαιζες με το ξύλινο αλογατάκι σου μέχρι τότε που φτιάχτηκε η αφίσα με το στέμμα ανάποδα; Ξέρεις πόσα νιάτα τουφεκίστηκαν εις τον συνήθη τόπον των εκτελέσεων και πόσες οικογένειες ντύθηκαν στα μαύρα; Ξέρεις πόσοι έφυγαν μετανάστες για να ζήσουν τις οικογένειές τους και να παντρέψουν τις αδερφές τους; Ξέρεις πόσα παιδιά άρπαξε η βασίλισσα μητέρα σου από τους γονείς τους επειδή είχαν το θράσος να είναι κομμουνιστές;

%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ac%ce%b5%ce%b9-%cf%83%cf%84%ce%bf-%cf%83%cf%84%ce%ad%ce%bc%ce%bc%ce%b1
Η πασίγνωστη αντιβασιλική αφίσα του Σπύρου Ορνεράκη.

Σου είπα μερικά που σηκώνουν μαύρο δάκρυ. Γι’ αυτά μάλιστα, να κλάψεις έστω και με καθυστέρηση. Αλλά για εκείνη την ευσυγκινησία σου στη βράβευση… Δεν βρέθηκε κανείς να σου πει: «Έλα, βρε Κοκέ, μην κλαις και κλαις κι άσχημα!»

Σχολιάστε