Καλώς τον Μάρτη!

Το κορίτσι φοράει μαντίλι όμορφα δεμένο, ποδιά από λουλουδάτο ύφασμα και ράβει. Στο δεξί χέρι έχει φορέσει το ασπροκόκκινο βραχιολάκι, για να μην την κάψει ο Μάρτης. Το αγόρι, ο μικρότερος αδερφός μάλλον, ακουμπάει με εμπιστοσύνη πάνω της και παρακολουθεί. Ελπίζω σχέση τους να έμεινε πάντα ζεστή.
Οι ζακέτες των παιδιών είναι καινούργιες. Το σχέδιο στην πλέξη φανερώνει ότι αυτή που τις έφτιαξε ήξερε καλό πλέξιμο και μάλιστα διάλεξε διαφορετική πλέξη για την κάθε ζακέτα.

Τα σπίτια του ζωγράφου Μιχαήλ Οικονόμου

Τοπία που γαληνεύουν την ψυχή και τόσο ονειρικά και αιθέρια που γίνονται τοπία της ψυχής. Είναι έργα του Μιχαήλ Οικονόμου, ενός καλλιτέχνη που έζησε από το 1888 μέχρι το 1933 και που τώρα τον ανακαλύπτουμε ξανά.
Και στα τέσσερα έργα του που διάλεξα, οι άνθρωποι αποτελούν σε τέτοιο βαθμό τμήμα του τοπίου, που με δυσκολία ξεχωρίζουν.

«Η βάση και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της τέχνης του είναι το έντονα προσωπικό του ύφος, η σφραγίδα ενός sui generis ταλέντου που επιδίωξε να μετατρέψει τον εξωτερικό κόσμο σε εικόνες μιας εσωτερικής αλήθειας», έχει πει και η Δρ. Αφροδίτη Κούρια, συγγραφέας της μονογραφίας για τον Μιχάλη Οικονόμου.


• Έργα του Μιχαήλ Οικονόμου φιλοξενούνται στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα και μπορείτε να τα δείτε ΕΔΩ.
• Έργα του και σύντομο βιογραφικό του μπορείτε να δείτε στο paletaart-Χρώμα & Φως
• Η LIFO έχει ένα ενδιαφέρον άρθρο για τον ζωγράφο πλαισιωμένο από έργα του, σε υψηλή ανάλυση, που δημοπρατήθηκαν πρόσφατα από τους Sothebys ΕΔΩ

Ένα σπίτι στην Περαία

Ό,τι χρειαζόμαστε για να περάσουμε ένα ήσυχο καλοκαίρι στην εξοχή βρίσκεται σ’ αυτή τη φωτογραφία.
Πρώτον: θάλασσα
Την έχουμε, είμαστε έξω από τη Θεσσαλονίκη, στην Περαία.
Δεύτερον: μεταφορικό μέσο
Το έχουμε, η κόκκινη σακαράκα αριστερά.
Τρίτο και κυριότερο: κατάλυμα
Το έχουμε! Κάποιος έβαλε ένα βαγόνι τραμ στο οικόπεδο και –να!– το εξοχικό σπίτι με κεραμοσκεπή, αέτωμα και κήπο με ωραία τούβλινη περίφραξη.
Γυρνάμε το ρολόι σαράντα χρόνια πίσω και είμεθα μερακλαντάν.
Καλό καλοκαίρι!


Η φωτογραφία είναι από την ομάδα έρευνας του fb Θεσσαλονίκη χαμένη πόλη

«Στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου είναι σκαμμένη η ζωή του»

Ο Κώστας Μπαλάφας απ’ όλες τις φωτογραφίες του θεωρούσε καλύτερη αυτή με του φτωχού τ’ αρνί.
«Την τράβηξα στο παζάρι των Ιωαννίνων τη Μεγάλη Εβδομάδα, το 1963. Αυτές τις μέρες κατέβαιναν οι χωρικοί απ’ τα χωριά τους κάνοντας και πέντε ώρες δρόμο, μ’ ένα αρνί στην πλάτη, για να το πουλήσουν και με τα χρήματα να πάρουν κάτι για τα παιδιά τους. Οι αστοί κάτω τους άφηναν και κατέρρεαν απ’ την πείνα και την κούραση και κοίταζαν να τους τα πάρουν στο τέλος όσο όσο. Πέτυχα αυτόν τον αποκαμωμένο άνθρωπο, ακριβώς την ώρα που το παζάρευε. Του ’δωσε ένα κατοστάρικο ο αγοραστής, «Έλα και πολλά σού δίνω, δώσε μου ρέστα ένα τάλιρο» και η απάντηση του δυστυχή: «Πού να το βρω, άνθρωπέ μου;» και αποχωρίζεται με τόσο πόνο το αρνί του, κοντεύοντας να κλάψει».

«Εμένα με ενδιέφερε ο άνθρωπος που υποφέρει. Και το πρόσωπο κάθε ανθρώπου είναι η θεατρική σκηνή στην οποία εκτυλίσσονται τα συναισθήματα, η ίδια η ζωή. Στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου είναι σκαμμένη η ζωή του», θα πει ο ίδιος για το έργο του.
Πηγή

Οι Καρυάτιδες της Λευκάδας

«Ήταν σαν τις Καρυάτιδες σε κόντρα φως. Με τους τεντζερέδες που ήταν γεμάτοι αλάτι, να πηγαινοέρχονται σε διαγώνιες γραμμές μέσα στο κάτασπρο από το αλάτι τοπίο των αλυκών. Πόσο επιδέξια κινούνταν, παρά το βάρος στο κεφάλι. Πόσο περήφανες και απέριττες ήταν οι κορμοστασιές τους».

Διαβάστε τη συνέχεια…

Οι ντραγασιές

Η κατασκευή αυτή λέγεται ντραγασιά ή ντραγατσίκα. Από κει ψηλά, ο αγροφύλακας –ο δραγάτης– προφυλαγμένος από τον καυτό ήλιο, κατόπτευε τον κάμπο και τις καλλιέργειες. Ανέβαιναν και τα πιτσιρίκια, ξεθεωμένα από το παιχνίδι και τη ζέστη, για ένα μεσημεριανό υπνάκο στη σκιά, αλλά και για να κατασκοπεύσουν σε ποιο μποστάνι βρισκόταν το πιο γινωμένο πεπόνι, για να πάνε να το κόψουν.
Η ντραγασιά της φωτογραφίας ήταν στο χωριό Ραψίστα των Τρικάλων. Η Ραψίστα φημιζόταν για να γλυκά πεπόνια της.
Τώρα πια ντραγασιές υπάρχουν μόνον στις φωτογραφίες, όπως σε αυτή του Τάκη Τλούπα, και στις γλυκόπικρες αναμνήσεις εκείνων των παιδιών.


Ευχαριστώ τον παλιό συμφοιτητή Τάσο Λιαπή που μου έμαθε τις ντραγασιές. Βλέπεις, και οι δικηγόροι ήταν κάποτε παιδιά!

Αποχαιρέτησαν για πάντα τον τόπο τους, το όμορφο Μελένικο, έβαλαν φωτιά στους προγονικούς τάφους και στα σπίτια τους και πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς

Το όμορφο Μελένικο χτίστηκε σε μια βαθιά χαράδρα με ασβεστολιθικά πετρώματα. To κόκκινο κρασί του ήταν ονομαστό και διατηρούταν σε βαρέλια τεραστίων διαστάσεων στις τρυπητές, στις υπόγειες στοές κάτω από τα σπίτια, που είχαν σταθερή θερμοκρασία χειμώνα καλοκαίρι. Το Μελένικο εξελίχθηκε σε πλούσια εμπορική πόλη και κέντρο του Ελληνισμού στο βόρειο τμήμα της Ανατολικής Μακεδονίας. Σήμερα είναι χωριό της νότιας Βουλγαρίας και τουριστικό αξιοθέατο. 

Εφημερίδα Εμπρός, 4/17 Ιουλίου 1913

Το καλοκαίρι του 1913 οι κάτοικοι του Μελένικου γέμισαν χαρά κι ελπίδα, όπως συνέβη και με τους κατοίκους της Δοϊράνης και τόσων άλλων πόλεων, όταν υποδέχτηκαν ως απελευθερωτή τον Ελληνικό στρατό. Όμως, η συνέχεια ήταν τραγωδία και προσφυγιά. Σε λίγες μέρες, 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου, υπογράφτηκε η συνθήκη του Βουκουρεστίου, που όρισε τα σύνορα της Ελλάδας μέχρι την οροσειρά του Μπέλλες κι έδωσε το Μελένικο στη Βουλγαρία.

Οι Μελενικιώτες, για να γλιτώσουν από τις μετά βεβαιότητος αναμενόμενες σφαγές και ωμότητες των κομιτατζήδων, πήραν την απόφαση να μετοικήσουν στην Ελλάδα υπό την προστασία του αποσυρόμενου Ελληνικού στρατού.

Διαβάστε τη συνέχεια

Ήταν μια πόλη μια φορά, όμορφη και πρόσχαρη, η Δοϊράνη

To οδοιπορικό του Σταμ.Σταμ. «Η Βόρειος Ελλάς απ’ άκρη σ’ άκρη» μας έδωσε μια σειρά από χρονογραφήματα και σκίτσα, πολύτιμες μαρτυρίες ενός ανθρώπου με διεισδυτικό και κριτικό πνεύμα, γνώσεις, χιούμορ, καλοσύνη και μεγάλη αγάπη για τον τόπο του. Το χρονογράφημά του για τη Δοϊράνη, την όμορφη πολιτεία με τα φωτεινά σπίτια και τους καλόκαρδους ανθρώπους, που τη χάλασε ο πόλεμος, για την πίκρα και την αβάσταχτη νοσταλγία των κατοίκων της που έφυγαν πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη, για τον απόκοσμο θρήνο των ζώων που απόμειναν στον έρημο τόπο, είναι από τα ωραιότερά του που έχω διαβάσει.

Η λίμνη Δοϊράνη όπως φαίνεται από την ελληνική πλευρά.
Φωτογραφία από το Google, Απρίλιος 2017.

Ένα παλιό μακεδονικό τραγούδι λέγει:
Της Δοϊράνης τα νερά
βγάζουν γλυκά τα ψάρια…
Αλλά δεν είναι της Δοϊράνης τα ψάρια μονάχα γλυκά. Είναι το σύνολό της. Η ατμόσφαιρά της, ο αέρας της, οι άνθρωποί της, τα νερά της. Είναι κάτι το ασύλληπτον και άυλον, που ήτανε χυμένο στον ουρανό της πόλεως και έκανε τα φύλλα των κλαρικών της γυαλιστά και γελαστά, πρόσχαρα τα λουλούδια της, ανοιχτά και γεμάτα φως τα σπίτια της, διάφανα διαμάντι τα νερά της λίμνης της και όλο μειδίαμα τους κατοίκους της και καλή καρδιά.
Αλίμονο!
Δεν γράφουμε σήμερα την περιγραφή της πόλεως, αλλά τελούμε το μνημόσυνό της!
Η Δοϊράνη, η ωραία και γλυκιά Δοϊράνη, δεν υπάρχει πια.

Διαβάστε τη συνέχεια

Τα νερά του Καϊμακτσαλάν

Τον Ιούλιο του 1936 ο Σταμ. Σταμ. ανέβηκε στην κορυφή του Καϊμακτσαλάν, στο παράξενο εκκλησάκι που οικοδομήθηκε από υλικά του πολέμου: τσιμέντα, σιδερόβεργες, συρματοπλέγματα, κάλυκες οβίδων, λόγχες, κράνη κ.λπ., για να παρευρεθεί στην ετήσια γιορτή στη μνήμη των Σέρβων πεσόντων του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Μας έδωσε μια σειρά χρονογραφήματα με πληροφορίες και σκίτσα, για τη σερβική γιορτή (ΕΔΩ) και για τους Σαρακατσάνους του Καϊμακτσαλάν (ΕΔΩ). Στο χρονογράφημά του για τις πηγές του βουνού βασίζεται το παρακάτω άρθρο.

Ο ναός, που είδαμε πιο πάνω σε σκίτσο του Σταμ. Σταμ., είναι αφιερωμένος στον προφήτη Ηλία.
Στο Καϊμακτσαλάν το καλοκαίρι κρατάει λίγο και ο χειμώνας αρχίζει νωρίς με δυνατούς ανέμους, βαριές ομίχλες, καταιγίδες και χιονοθύελλες. Η κορυφή του βουνού δεν ησυχάζει ποτέ. Το εκκλησάκι, σκεπασμένο με πάγο, αποκτάει μια απόκοσμη ομορφιά.

Στο Καϊμακτσαλάν η άνοιξη μπαίνει στο τέλος Ιουλίου
Στα απάγγεια του Καϊμακτσαλάν το χιόνι δεν έχει λυώσει. Ο Ιούλιος πλησιάζει στο τέλος του και μοιάζει σαν να μπήκε μόλις η άνοιξη. Η γη στολίζεται με χρώματα και ανθίζουν οι μενεξέδες. Στο χωριό Ρόντοβο (σήμερα Κορυφή Αλμωπίας), που είναι κάτω από τη βορινή κορφή του βουνού, τα στάχυα είναι καταπράσινα, ενώ στους κάμπους θέρισαν κι αλώνισαν κι έχουν ήδη αρχίσει να τρώνε ψωμί.
Ανεβαίνοντας στο βουνό οι μενεξέδες δεν είναι μοβ, είναι κίτρινοι, χρυσοκίτρινοι σαν σταλαγματιές φως μέσα στα κύματα της παχιάς πρασινάδας. Και η πρασινάδα αυτή, ένα περίεργο χορτάρι, σαν μακριές κλωστές, ποώδες, σφιχτό, πυκνό, καταπράσινο, υγρό και γυαλιστερό και κατακεντημένο από άνθη. Άνθη πρωτοφανή και περίεργα.

Ξένοι βοτανολόγοι μελέτησαν τη χλωρίδα του βουνού, μοναδική σε πλούτο, ποικιλία και σπουδαιότητα. Αλλά και οι δικοί μας…
Και οι δικοί μας; Οι δικοί μας, τι; Γραφείο, πρωτόκολλο, εγκύκλιοι, θεωρία και περίπατο στο Ζάππειο.

Οι δικοί μας όχι, τουλάχιστον στα χρόνια του Σταμ. Σταμ.

Διαβάστε τη συνέχεια