Η Καλοερίνα

Οι θειάδες και οι μπαρμπάδες από το σόι του πατέρα μου έδιναν σ’ εμάς τους μικρότερους την ευχή να πάρουμε τα χρόνια της προγιαγιάς μας της Καλοερίνας, που πέθανε 105 χρονών, και μέχρι τα τελευταία της ήταν αεικίνητη, είχε όλα της τα δόντια γερά και το μυαλό ξυράφι.
Η προγιαγιά ήταν κάτι σαν θρύλος για μας που δεν την είχαμε γνωρίσει. Ούτε φωτογραφία της υπήρχε για να δούμε, μπορούσαμε, όμως, να τη φανταστούμε. Κάτω απ’ το Αλογοβούνι, στο χωριό της Καλοερίνας, όπως και στα περισσότερα χωριά της ηπειρωτικής Ελλάδας, όλες οι ηλικιωμένες γυναίκες έμοιαζαν λίγο πολύ –λιγνές, με πρόσωπα σκαμμένα, χέρια ταλαιπωρημένα, μαυροντυμένες και με τα μαλλιά πλεγμένα κοτσίδες κάτω απ’ το τσεμπέρι– σαν την Ηπειρώτισσα στη φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα.
Δεν ρώτησα ποτέ από τι πέθανε, γιατί προεξοφλούσα ότι πήγε από γεράματα. Μια φορά όμως το ’φερε η κουβέντα κι έμαθα αυτό το θαυμαστό:
— Και ξέρεις από τι πήγε; Βγήκε μια μέρα να κυνηγήσει το άλογο κι έπεσε. Έτσι έφυγε η Καλοερίνα!
Εκατόν πέντε χρονών και όχι απλώς βγήκε για το άλογο, βγήκε να το κυνηγήσει κιόλας. Τι να πεις;

Ησυχία, γυρίζουμε!

Οι πρώτες ταινίες γυρίστηκαν με μηχανή λήψης μικρή σαν βαλιτσάκι, που συνήθως έμενε ακίνητη στηριγμένη σε τρίποδο. Ο οπερατέρ γύριζε με το χέρι τη μανιβέλα κι έτσι βγήκε η έκφραση «γυρίζω ταινία».
Αυτή την πληροφορία τη δίνει η ταινία του 1964 «Τον παλιό εκείνο τον καιρό». Η συγκεκριμένη ταινία δεν είχε πολλά γυρίσματα, παρά μόνον τις σκηνές του παρουσιαστή, που γυρίστηκαν στο στούντιο με σύγχρονη κάμερα. Περιλάμβανε αποσπάσματα από τις πρώτες ελληνικές ταινίες, της δεκαετίας 1920-1930, που τα παρουσίαζε με χιούμορ ο πνευματώδης Αλέκος Σακελλάριος.

Η ταινία, παραγωγή του Κλέαρχου Κονιτσιώτη, ήταν φόρος τιμής «στους πρωτοπόρους και πρωτεργάτες του ελληνικού κινηματογράφου» και αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών.
Απόσπασμά της υπάρχει στο διαδίκτυο και μπορείτε να το δείτε ΕΔΩ.

«Δάφνης και Χλόη», η πιο καλλιτεχνική ταινία του προπολεμικού ελληνικού κινηματογράφου και το πρώτο γυμνό του ευρωπαϊκού κινηματογράφου

Αναγγελία της ταινίας «Δάφνις και Χλόη» στον τύπο, 31 -1-1931

Στις 2 Φεβρουαρίου 1931 έκανε πρεμιέρα στον κινηματογράφο Αττικόν η ταινία «Δάφνις και Χλόη» της εταιρείας Άστρο Φιλμ.
Ήταν προχωρημένη ταινία για τη συντηρητική Ελλάδα του ’30, γιατί είχε μία γυμνή σκηνή – η πρώτη γυμνή σκηνή όχι μόνον του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά και του ευρωπαϊκού. Κυρίως όμως ήταν μια πρωτοποριακή καλλιτεχνική ταινία.

Η γυμνή σκηνή της ταινίας ήταν σαν πίνακας ζωγραφικής και εντελώς αθώα, ωστόσο υπήρξαν αρκετοί που σκανδαλίστηκαν.

Διαβάστε τη συνέχεια

Έδισσον Βήχος – ο ηθοποιός με το ψευδώνυμο Απόλλων Μαρσύας που εντυπωσίασε με την κλασική ομορφιά του

«Ομορφιά αληθινά ελληνική. Κατατομή άριστη. Φωτογένεια καταπληκτική. Αληθινό εύρημα».
Αυτά έγραψε ο κριτικός κάποιας εφημερίδας για τον Απόλλωνα Μαρσύα, πρωταγωνιστή της ταινίας «Δάφνις και Χλόη». Ας σημειώσουμε ότι η κριτική του τόσο για την ταινία όσο και για το ταλέντο των πρωταγωνιστών ήταν αρνητική. Η ομορφιά του πρωταγωνιστή όμως ήταν αδιαμφισβήτητη.

To πραγματικό όνομα του πρωταγωνιστή ήταν Έδισσον Βήχος.
Όταν ο πατέρας Βήχος έμαθε ότι ο δεκαοχτάχρονος γιος του θα έπαιζε στον κινηματογράφο, πρόβαλλε σθεναρές αντιρρήσεις και, απ’ ό,τι λέγεται έγιναν ομηρικοί καυγάδες με τον Λάσκο, μέχρι να δώσει την άδειά του. Η άδεια του πατέρα ήταν απαραίτητη, γιατί εκείνα τα χρόνια ο δεκαοχτάχρονος ήταν, σύμφωνα με τον νόμο, ανήλικος.
Ο Ορέστης Λάσκος, που εκτός από σεναριογράφος και σκηνοθέτης υπήρξε και ποιητής, στον νεαρό πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό Έδισσον Βήχο, που έπαιξε τον ρόλο του Δάφνη, ένα ποιητικό καλλιτεχνικό ψευδώνυμο, εμπνευσμένο από τη μυθολογία. Απόλλων Μαρσύας. Γνωρίζοντας το φριχτό τέλος του Μαρσύα, είναι ν’ απορεί κανείς με την έμπνευσή του.
Ο Έδισσον Βήχος «υπήρξε μία πραγματική αποκάλυψις με την αρχαιοπρεπή κλασική ομορφιά του», αλλά δεν συνέχισε τον κινηματογράφο. Το 1933, δύο χρόνια μετά την πρώτη του επιτυχία, γύρισε την ταινία «Πρίγκηψ των αλητών», επίσης του Ορέστη Λάσκου, κι εγκατέλειψε την καριέρα του ηθοποιού.
Τα λίγα στοιχεία που έχουμε για τη ζωή του αναφέρουν ότι κατόπιν ασχολήθηκε με τη φωτογραφία. Το 1950 άνοιξε κατάστημα τέχνης σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο της οδού Πατησίων κι εμπορευόταν πίνακες ζωγραφικής και κορνίζες.
Πέθανε στις 4 Ιουλίου του 1994, σε ηλικία 82 χρόνων.

Πατησίων και Γρηγοροβίου – ένα πανέμορφο νεοκλασικό που κατεδαφίζεται κι ένα κατάστημα τέχνης που δεν υπάρχει πια

Όταν ήμουν στο Γυμνάσιο, πήγαινα με τα πόδια ως το τέρμα Πατήσια, που ήταν το σχολείο. Τρόλεϊ έπαιρνα μόνον αν είχα αργήσει. Προτιμούσα τους δρόμους πάνω από τη λεωφόρο, που ήταν ήσυχοι, γιατί μου άρεσε να περπατάω και να σκέφτομαι. Για τον γυρισμό διάλεγα την Πατησίων, επειδή η παρέα, η ζωηρή κίνηση και η γρήγορη εναλλαγή των εικόνων με βοηθούσαν να ξεφορτώσω το άχαρο εξάωρο ενός συστήματος που ποτέ δεν αισθάνθηκα φιλικό στη μάθηση και που μόνον η καλοσύνη και η ανοιχτομυαλιά κάποιων λίγων εκπαιδευτικών το έκαναν υποφερτό.

Google maps, 2009.

Την προσοχή μου πάντα τραβούσε ένα κατάστημα, γωνία Πατησίων και Γρηγοροβίου. Στεγαζόταν σ’ ένα πέτρινο διώροφο νεοκλασικό, με πολλά ακροκέραμα που το στόλιζαν σαν δαντέλα. Ήταν ένα πανέμορφο κτίριο, πνιγμένο στις μονοκόμματες και άχαρες πολυκατοικίες, που ανάσαινε κάπως λόγω της απέναντι ανοιχτωσιάς του Αγίου Λουκά, της εκκλησίας που φτιάχτηκε σε σχέδια του Τσίλερ.

Διαβάστε τη συνεχεια

Ένας σκύλος 80 χρόνων, ο σκύλος της Κυψέλης, και ο γλύπτης Ευριπίδης Βαβούρης

Το «Λαγωνικό σκυλί» της Κυψέλης, έργο του γλύπτη Ευριπίδη Βαβούρη, φωτογραφημένο στα τέλη του ’50 ή στις αρχές του ’60.

Το μαρμάρινο λαγωνικό της Κυψέλης ίσως δεν είναι πολύ γνωστό στους Αθηναίους. Πάντως στους Κυψελιώτες είναι ιδιαίτερα αγαπητό. Βρίσκεται στη Φωκίωνος Νέγρη, στο ύψος της οδού Έκτορος.
Για ποιο λόγο αποφάσισε ο δήμος Αθηναίων να στολίσει την Κυψέλη με το άγαλμα ενός σκύλου; Άγνωστο. Πάντως ήταν μια ευτυχής στιγμή.
Έχουν ακουστεί ιστορίες που θέλουν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα: ότι το άγαλμα είναι εμπνευσμένο από έναν σκύλο που έμεινε να περιμένει πιστά το πεθαμένο αφεντικό του ή που έσωσε τη ζωή ενός κοριτσιού από τις ρόδες ενός αυτοκινήτου. Το πιο πιθανό είναι πως αυτά ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας.

Συνεχίστε, έχει κι άλλο…

Τα Φώτα και ο φωτισμός στην Κρήτη – παλιά και λησμονημένα κάλαντα

Ο Σταμ. Σταμ. σ’ ένα γράμμα του από την Κρήτη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έθνος τον Γενάρη του 1938, αναφέρει ένα παμπάλαιο κρητικό τραγούδι των Φώτων, που εκείνα τα χρόνια δεν τραγουδιόταν παρά στα απόμερα της Κρήτης, διότι όλα αυτά τα παλαιά τοπικά Κάλανδα τα διεδέχθη η φυλλάδα των «Συριανών Καλήμερα».
Αν προπολεμικά ήταν σχεδόν λησμονημένο και δεν τραγουδιόταν παρά στα απόμερα, σήμερα ίσως να μην τραγουδιέται πουθενά. Το τραγούδι είναι μεγάλο και ο Σταμ. Σταμ. δημοσίευσε κάποιες περικοπές:

Διαβάστε τη συνέχεια

Η Καμπουρίτσα

Στα Πευκάκια έχουν συμβεί διάφορες ιστορίες. Η πιο γνωστή είναι το επεισόδιο με τον Νίκολσον και τον νταή χωροφύλακα, που πληρώσαμε με εθνικό διασυρμό. Η ιστορία της Καμπουρίτσας είναι άγνωστη. Για να το πω πιο σωστά, δεν υπάρχει καν ιστορία. Μονάχα μια κοπέλα χωρίς όνομα, με το παρανόμι Καμπουρίτσα, κι ένα χρονογράφημα που έγραψε ο Στρατής Μυριβήλης το 1937. Ιδού το!


Η Καμπουρίτσα. Έτσι την έλεγεν όλη η γειτονιά. Ανέβαινε με πολύ αργά βήματα την ανηφοριά της οδού Σίνα και εχώνετο μέσα σε κάποιο από τα φτωχόσπιτα, στα οποία καταλήγει ο δρομάκος Λέοντος Σγουρού. Μέσα σ’ εκείνα τα παλιόσπιτα θερίζει τη φτωχολογιά το χτικιό. Και είναι στα κράσπεδα του πευκώνος του Λυκαβηττού. Εκεί κάπου χωνότανε η Καμπουρίτσα, σε μία από τις αυλές που αδειάζουνε στον δρόμο τα μπουγαδόνερα των αρρώστων και αρδεύονται οι τριγυρινοί δρόμοι όπου ανεβοκατεβαίνουν και παίζουν τα παιδάκια τεσσάρων μεγάλων σχολείων με 500 παιδιά κι απάνω το καθένα.
Μα το Ε’ τμήμα, όπου υπάγεται ο δρομάκος, είναι πολύ μακριά. Στο τέρμα της οδού Ιπποκράτους. Έτσι κανένας αστυφύλακας δεν τον τιμά δια της παρουσίας του. Διαβάστε τη συνέχεια

Εξαδάκτυλος

Ας ξεκινήσουμε το 2020 με ροκ και ελπίδα. Ροκ ελληνικό και ελπίδα ότι τη ζωή μας θα καθορίζει η αγάπη και η δικαιοσύνη.
Καλή χρονιά, αγαπητοί φίλοι!

Έχει συνέχεια