Το καπελάδικο της Αγίου Δημητρίου

Μην το ψάχνεις, δεν υπάρχει.
Το καπελάδικο της Διαμαντής Χαρουπίδου (Νικολαΐδου) –έτσι γραφόταν το όνομα στην ταμπέλα· το Νικολαΐδου στην από κάτω αράδα μέσα σε παρένθεση– βρισκόταν στην Αγίου Δημητρίου γωνία με Ιουλιανού. Σήμερα μπορεί να το δει κανείς στο βιβλίο Η πόλη μας, που ούτε κι αυτό υπάρχει. Είναι εξαντλημένο από χρόνια, αλλά οι ψάχτες έχουν την ελπίδα να το βρουν σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο.

Το ζωγράφισε ο Γιώργος Παραλής, που με τα έργα του της τελευταίας περιόδου μάς άφησε εικόνες της Θεσσαλονίκης που οι παλιότεροι δεν θα ξαναδούν και οι νεότεροι δεν θα γνωρίσουν. Το καπελάδικο, το ραφείο, το παντοπωλείο…

Το ζωγράφισε ο Γιώργος Παπαλεξίου, σε ενθύμηση του Γιώργου Παραλή, όταν πλέον από το καπελάδικο είχε απομείνει μόνο το κέλυφος.


Τη φωτογραφία του καπελάδικου βρήκα στο διαδίκτυο. Προέρχεται από το βιβλίο Η πόλη μας – Κείμενα και φωτογραφίες από τη Θεσσαλονίκη, των Παύλου Ανδρεάδη και Άγγελου Καλογερόπουλου, έκδοση της Μακεδονικής Εταιρείας, 1978.
Στη Vivlioniki βρήκα το όμορφο εξώφυλλο του βιβλίου.

Η φωτογραφία από το ασδασδασδασστ

Τα σπίτια του ζωγράφου Μιχαήλ Οικονόμου

Τοπία που γαληνεύουν την ψυχή και τόσο ονειρικά και αιθέρια που γίνονται τοπία της ψυχής. Είναι έργα του Μιχαήλ Οικονόμου, ενός καλλιτέχνη που έζησε από το 1888 μέχρι το 1933 και που τώρα τον ανακαλύπτουμε ξανά.
Και στα τέσσερα έργα του που διάλεξα, οι άνθρωποι αποτελούν σε τέτοιο βαθμό τμήμα του τοπίου, που με δυσκολία ξεχωρίζουν.

«Η βάση και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της τέχνης του είναι το έντονα προσωπικό του ύφος, η σφραγίδα ενός sui generis ταλέντου που επιδίωξε να μετατρέψει τον εξωτερικό κόσμο σε εικόνες μιας εσωτερικής αλήθειας», έχει πει και η Δρ. Αφροδίτη Κούρια, συγγραφέας της μονογραφίας για τον Μιχάλη Οικονόμου.


• Έργα του Μιχαήλ Οικονόμου φιλοξενούνται στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα και μπορείτε να τα δείτε ΕΔΩ.
• Έργα του και σύντομο βιογραφικό του μπορείτε να δείτε στο paletaart-Χρώμα & Φως
• Η LIFO έχει ένα ενδιαφέρον άρθρο για τον ζωγράφο πλαισιωμένο από έργα του, σε υψηλή ανάλυση, που δημοπρατήθηκαν πρόσφατα από τους Sothebys ΕΔΩ

Αθηνούλα μου! – η νοσταλγία του Τζογέ

Ο Τζογές μπορεί να γκρίνιαζε για τους νεωτερισμούς, που αλλοίωσαν τον χαρακτήρα της Αθήνας, και κυρίως των παλιών συνοικιών της Πλάκας και του Ψυρή, αλλά μακριά από την Αθήνα δεν μπορούσε να ζήσει. Όπως όλοι οι μάγκες, αποστρεφόταν την επαρχία. Τον χειμώνα του 1937 πήγε για ένα μήνα στην επαρχία (ίσως σε κάποια περιοδεία, αφού μαζί με τον Σώτο Πετρά, τον δημιουργό του Τζογέ και θεατρικό συγγραφέα, ήταν και ο τενόρος Πέτρος Επιτροπάκης). Έπειτα από μια δυο μέρες, ο καθαρός αέρας, η ήρεμη ζωή και η όμορφη φύση δεν πρόσφεραν καμιά απόλαυση και ο Τζογές δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει πίσω. Τα γλέντια, οι καλοί μεζέδες και τα γλυκόπιοτα κρασιά δεν του έλειψαν. Του έλειψαν όμως το αθηναϊκό τραγούδι, το αθηναϊκό κέφι, το αθηναϊκό ξενύχτι, το σοκάκι, η γειτονιά…

Βραδυνή 1-2-1931 Τζογές

Αθηνούλα και πάλι Αθηνούλα! Τι τα θέλετε, ρε παιδιά, και τι τα γυρεύετε; Κακά κι ανάποδα είναι τα ψέματα εκείνα που λένε μερικοί, πως τάχα η Αθήνα έγινε ανυπόφορη με την πολυκοσμία της, με τους θορύβους της και με τη μεγάλη φασαρία της, και ζητάνε να βρούνε ησυχία πηγαίνοντας στα χωριά εκδρομές, παίρνοντας τα βουνά ή κάνοντας θαλάσσια ταξίδια. Καλά είν’ όλ’ αυτά, αλλά μονάχα για κάνα δυο μέρες! Άμα θα περάσει η πρώτη βδομάδα που θα αποχωριστεί ένας πραγματικός Αθηναίος τον Αθηνοπαράδεισο, λαγούς με πετραχήλια και ψάρια με καλιμάφχια να του δώσεις, θα πλήξει, θα χτυπηθεί, θα μελαγχολήσει αγρίως και θα νομίσει πως τον βάλανε στην ειρκτή! Πώς;

Διαβάστε τη συνέχεια

Φρέσκα νέα! Οι τρεις τελευταίοι μήνες του 1927 (πρώτο μέρος)

Θ’ αρχίσουμε με φρουφρού κι αρώματα, αλλά να ξέρετε ότι στη συνέχεια τα πράγματα ζορίζουν άσχημα.

Φρουφρού κι αρώματα

Το Αμπασαντέρ είναι το πιο φημισμένο κέντρο της εποχής. Οι χοροί και τα σουαρέ του προσελκύουν όλον τον καλό κόσμο της Αθήνας. Και όταν λέμε καλό κόσμο, εννοούμε τους πλούσιους, την πλουσιολογιά, που λέει και ο Τζογές.

Τα ξενοδοχεία Σεσίλ και Όλυμπος, στη δεκαετία του ’20.

Το απομακρυσμένο Σεσίλ είναι το αριστοκρατικό μέρος όπου τις Κυριακές συχνάζουν οι κοσμικοί, που πολύ πρόθυμα διανύουν μισή ώρα χωματόδρομο μέχρι την Κηφισιά, μια που ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος σταματάει στο Μαρούσι. Παίρνουν το τσάι τους και ύστερα το ρίχνουν στο χορό με συνοδεία τζαζμπάντ.

Το καλό γυναικείο ντύσιμο απαιτεί γούνα. Άμα είναι εκ Παρισίων, ακόμα καλύτερα. Τα γουναρικά και τα κοσμήματα (αληθινά και πανάκριβα, εννοείται) είναι το διαπιστευτήριο της οικονομικής και κοινωνικής επιφάνειας του συζύγου και πατρός, παρ’ όλο που κάποια μακρυά μαργαριταρένια κολλιέ είναι αγορασμένα από τους Κινέζους της Ερμού.

Διαβάστε τη συνέχεια…

Το αθηναϊκό καλοκαίρι του Στάντεμαν

Όταν ο Φερδινάνδος Στάντεμαν (Wilhelm August Ferdinand Stademann) ανέβηκε στον λόφο των Νυμφών για να σχεδιάσει το Πανόραμα της Αθήνας, δεν υπήρχε ακόμα το Αστεροσκοπείο και ο ναός της αγίας Μαρίνας ήταν υπόγειος. Εγκαταστάθηκε στην κορυφή του λόφου και αποτύπωσε όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής σε θέα 360 μοιρών και την Αθήνα σε δέκα εικόνες εκπληκτικής ακρίβειας, που αποτέλεσαν το λεύκωμα Panorama von Athen. Το λεύκωμα συμπληρωνόταν από έξι βινιέτες, που απεικόνιζαν αθηναϊκά τοπία, από ιστορικά και επεξηγηματικά στοιχεία στα γερμανικά και στα γαλλικά και από έναν χάρτη. Αφιερώθηκε στον Όθωνα και εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1841 στο Μόναχο.

Το εξώφυλλο του λευκώματος

Δείτε τη συνέχεια

Το σπίτι του ζωγράφου

Οι παλιές ελληνικές ταινίες κρύβουν θησαυρούς: στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής, λέξεις κι εκφράσεις, τύπους ανθρώπων και κτίρια που δεν υπάρχουν πια.
Το Σαββατοκύριακο του καύσωνα, βλέποντας μια ευχάριστη κωμωδία, ξεχώρισα την παρακάτω σκηνή. Όχι για τον ιερό βράχο ούτε για το θέατρου Ηρώδου του Αττικού, αλλά για το σπίτι που κοιτάζει η Ελένη Προκοπίου, καθώς στέκεται στο κέντρο «Διόνυσος».

Σε λίγο καιρό το σπίτι θα κατεδαφιστεί. Ήταν ευτυχής η έμπνευση του σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκου και του διευθυντή φωτογραφίας Γρηγόρη Δανάλη να επιλέξουν αυτό το σημείο κι έτσι να μας δώσουν μια εικόνα των τελευταίων ημερών του σπιτιού του μεγάλου ζωγράφου Κωνσταντίνου Παρθένη.

Διαβάστε τη συνέχεια

Πίσω από μια παλιά κορνίζα

«Πάπιες στον Βασιλικό Κήπο», έργο του Απόστολου Γεραλή.

Μια μέρα ο συλλέκτης Δημήτρης Παπαγεωργόπουλος άνοιξε το παραπάνω έργο του Απόστολου Γεραλή, για να το στείλει για συντήρηση. Το έργο ήταν κλεισμένο με ένα παλιό χαρτόνι. Αφού αφαίρεσε τις πρόκες της κορνίζας, έπιασε το χαρτόνι και το τσάκισε στα δύο. Και τότε κόντεψε να πάθει συγκοπή. Στην πίσω πλευρά του χαρτονιού, που μόλις είχε τσακίσει, κρυβόταν ένα ακόμα έργο του Γεραλή. Αμέσως μόλις συνήλθε, το έστειλε στη συντηρήτρια χαρτιού.

Το έργο είναι ακουαρέλα ανυπόγραφη, σε χαρτόνι διαστάσεων 35×50. Ο συλλέκτης το ονόμασε «Η ανακάλυψη των χορευτών του 1821».

Το έργο μετά τη συντήρηση

Πανόραμα της Αθήνας του 1674 – Η πρώτη ρεαλιστική απεικόνιση της πόλης και η τελευταία απεικόνιση του Παρθενώνα πριν καταστραφεί

Αναφερθήκαμε πρόσφατα ΕΔΩ στον μαρκήσιο ντε Νουαντέλ (Charles Marie-Francois Olier, marquis de Nointel), πρεσβευτή του Λουδοβίκου ΙΔ΄ στην Κωνσταντινούπολη, που τίμησε την πατρίδα μας –επαρχία της οθωμανικής αυτοκρατορίας τότε– με τη φανταχτερή παρουσία του και, αφού μας ξαλάφρωσε από διάφορες αρχαιότητες, ανέπεμψε χλιδάτες προσευχές στον ύψιστο.
Ξεκίνησε μία περιοδεία από την Κωνσταντινούπολη, το 1673. Πέρασε από Χίο, Κυκλάδες, Παλαιστίνη και Αίγυπτο. Αποστολή του ήταν να αποκομίσει αρχαιότητες. Ύστερα από ενάμιση χρόνο, τον Νοέμβριο του 1764, έφτασε στον τελευταίο σταθμό του ταξιδιού του, στην Αθήνα.

Διαβάστε τη συνέχεια

Οι καλλιτέχνες κάνουν καλό στην ψυχή – Κωνσταντίνος Ξενάκης (1931-2020)

Θα ήθελα να σας πω για έναν συναρπαστικό άνθρωπο που γνώρισα και που εδώ και λίγες μέρες δεν βρίσκεται ανάμεσά μας.
Τους δρόμους μας διασταύρωσε η γέφυρα ανθρώπων και πολιτισμών, ο Λευκάδιος Χερν. Ο Κωνσταντίνος Ξενάκης είχε έρθει στην προβολή της ταινίας Καϊντάν. Προλόγιζα την ταινία και εξέθετα το πορτρέτο του Λευκάδιου. Ήταν μεγάλη τιμή ο ερχομός του και μεγάλη χαρά η γνωριμία του.

Με τον Κωνσταντίνο Ξενάκη στο φουαγιέ του Cinemarian, 14 Φεβρουαρίου 2015.
Περισσότερα για την αξέχαστη βραδιά ΕΔΩ.

«Να αναπτύξεις το θέμα αφίσα. Σου πάει πολύ», μου πρότεινε.
Συμφωνήσαμε να τα ξαναπούμε. Σε λίγες μέρες συναντηθήκαμε στο ταβερνάκι δίπλα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Φάγαμε, ήπιαμε και μιλήσαμε σ’ ένα ταξίδι από την Αίγυπτο στο Παρίσι, από τις πανανθρώπινες αξίες στην τέχνη, στα ιερογλυφικά, στα κάντζι, στη νιότη και στην ωριμότητα, στον άνθρωπο. Ο λόγος έρεε κι η ώρα πέρασε τόσο γρήγορα!
Ήταν αργά όταν καληνυχτιστήκαμε. Εκείνος θα γύριζε σπίτι. Είχε κουραστεί.
Εμένα δεν με χωρούσε ούτε το σπίτι μου ούτε όλη η Αθήνα. Κάτι μαγικό είχε συμβεί και μ’ έπαιρνε μαζί του. Η χειμωνιάτικη βραδιά ήταν γλυκιά κι έκανα χιλιόμετρα με τη μηχανή.
Αυτό λοιπόν είναι ο αυθεντικός καλλιτέχνης. Ένας έρωτας που σε συνεπαίρνει, σε στροβιλίζει σ’ έναν κόσμο με ελπίδα, με φως, με έμπνευση, με μηνύματα και οράματα κι όταν ξαναπατάς στη γη, δεν είσαι εντελώς ο ίδιος άνθρωπος, αφού με ανανεωμένη δύναμη μπορείς ν’ αναζητήσεις αυτό που μένει για πάντα αληθινό.

Ο «Οψοκομιστής», οι ανήλικοι βιοπαλαιστές, τα αλάνια των δρόμων, οι μάγκες του Ρολογιού και η Σχολή Απόρων Παίδων του «Παρνασσού»

Πριν μιλήσουμε για τον πίνακα με τον τίτλο «Οψοκομιστής», ας ανατρέξουμε στο λεξικό του Δημητράκου, για να δούμε τι σημαίνει η λέξη.
Οψοκομιστής είναι «αχθοφόρος μεταφέρων οψώνια εκ της αγοράς εις τας οικίας». Οψώνιον είναι «η δι’ αγοράς προμήθεια τροφίμων, τα ώνια». Όψον σημαίνει «έδεσμα, τροφή».
Η λέξη οψοκομιστής αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1887. Είναι από τις δύστροπες λέξεις, που τόσο άρεσαν στους καθαρευουσιάνους. Στην «Παλιόγλωσσα» ο Νικόλαος Λάσκαρης αναφέρει τη λέξη γραμματοκομιστής.

Ο πίνακας παρουσιάζει μια εικόνα της αθηναϊκής ζωής στις αρχές του 20ου αιώνα. Ένα εργαζόμενο αγόρι, που προέρχεται από την επαρχία όπως φανερώνουν η φορεσιά του και τα τσαρούχια του, με το ψάθινο ζεμπίλι που μεταφέρει τα ψώνια φορεμένο στην πλάτη, σε κάποια στιγμή ανάπαυλας, έχει καθίσει σ’ ένα κασόνι, σε μια ήσυχη γωνιά κάπου στην αγορά και διαβάζει ένα φθαρμένο βιβλίο.

Διαβάστε τη συνέχεια